Συντρόφισσες και Σύντροφοι,
Μπαίνοντας στο 2017 ύστερα από 9 χρόνια καταγεγραμμένης ύφεσης και 6 χρόνια
εφαρμογής μνημονίων, έχουμε μπροστά μας, πιο ευδιάκριτη από ποτέ, την
ανησυχητική πραγματικότητα μιας διασταύρωσης της οικονομικής κρίσης, με τα γεωπολιτικά
προβλήματα της περιοχής και τα εθνικά μας ζητήματα.
Θα πρέπει καταρχήν να ξεκαθαρίσουμε ότι αυτή η επικίνδυνη διασταύρωση που
την βλέπουμε να πραγματοποιείται με την προσφυγική κρίση, με τις εξελίξεις στο
κυπριακό, με την αυξανόμενη προκλητικότητα γειτονικών κρατών, θα μπορούσε να
συμβεί κάτω από πολύ χειρότερους, αλλά και με αισθητά καλύτερους όρους.
Πολύ χειρότερους, αν η χώρα είχε ακολουθήσει μια πορεία άτακτης χρεοκοπίας
ή συντεταγμένης εξόδου από το ευρώ και την Ε.Ε. Η ένταξη αλλά και η παραμονή
μας στο Ευρώ μετά την κρίση, για τις οποίες το ΠΑΣΟΚ είχε καθοριστική συμβολή,
πέρα από οικονομικές ήταν και είναι κορυφαίες γεωπολιτικές επιλογές του
Ελληνισμού.
Αισθητά καλύτερους, αν δεν είχαμε υποστεί την περήφανη διαπραγμάτευση, τα
προγράμματα της Θεσσαλονίκης, τα Ζάππεια και η χώρα είχε ακολουθήσει μια
ευθύγραμμη πορεία ανάλογη άλλων χωρών που μπήκαν αργότερα από εμάς σε
προγράμματα προσαρμογής και τώρα στέκονται στα πόδια τους.
Χαρακτηριστικό παράδειγμα η Κύπρος, όπου η έξοδος από τα μνημόνια
συντελέστηκε μέσα από μια πολιτική διαδικασία απ’ την οποία , σε αντίθεση με
την Ελλάδα, κανένα κόμμα δεν επένδυσε να κερδοσκοπήσει έναντι των άλλων. Ίσως
γιατί ο Κυπριακός Ελληνισμός έχει αποκτήσει με οδυνηρό τρόπο καλύτερη
συναίσθηση των προτεραιοτήτων που πρέπει να έχει ένα σοβαρό και υπεύθυνο
κράτος.
Δεν είναι όμως η αργή σύγκλιση στους στόχους μιας εθνικής στρατηγικής το
μόνο αίτιο που η χώρα μας παραμένει εγκλωβισμένη στα μνημόνια, υπάρχει και το
μεγάλο ζήτημα της πολιτικής και διαχειριστικής ικανότητας των κυβερνήσεων που
ανέλαβαν κάθε φορά τις τύχες της χώρας. Μια ικανότητα που σαφώς υποβαθμίζεται
καθώς περνούν τα χρόνια και βρίσκεται σε ευθεία συνάρτηση με την πολιτική και
κυβερνητική απομείωση του ΠΑΣΟΚ. Η κυβέρνηση Σύριζα – Ανέλ είναι πολύ χειρότερη
από την συγκυβέρνηση Ν.Δ – ΠΑΣΟΚ – ΔΗΜΑΡ που με τη σειρά της ήταν χειρότερη από
την κυβέρνηση ΠΑΣΟΚ, η οποία αντιμετώπισε μόνη της το πρώτο και οξύτερο χτύπημα
της κρίσης.
Λέγοντας ότι ήμασταν καλύτεροι δεν ισχυρίζομαι βεβαίως ότι ήμασταν άριστοι,
ή ότι δεν κάναμε λάθη, ορισμένα από τα οποία σοβαρά. Πάντοτε εξετάζουμε και
επανεξετάζουμε με αυτοκριτική διάθεση τη δράση μας και ιδιαίτερα τις περιόδους
κυβερνητικής ευθύνης μας. Θα έλεγα ότι είναι κάτι που μας διακρίνει από τις
υπόλοιπες πολιτικές δυνάμεις και είναι σαφώς μέρος της δύναμης μας, όταν δεν το
αφήνουμε να λαμβάνει προσωπικά χαρακτηριστικά και να τραυματίζει τη συνοχή και
την προοπτική της παράταξης.
Αυτή την παράταξη που οφείλουμε να ανασυγκροτήσουμε και να ενδυναμώσουμε
γιατί αποδεδειγμένα μπορεί διαχειριστεί αποτελεσματικότερα όχι μόνο τις καλές,
αλλά και τις κακές συγκυρίες για τη χώρα μας.
Στην υπόθεση της ανασυγκρότησης της παράταξης τώρα, που ξεκίνησε ύστερα
μετά την εκλογική βύθιση του ΠΑΣΟΚ το 2012 σπανίζουν τα ευχάριστα νέα είναι η
αλήθεια και για αυτό δεν πρέπει να μηδενίζουμε τις όποιες θετικές εξελίξεις
όταν αυτές συμβαίνουν, αλλά αντίθετα να προσπαθούμε να χτίζουμε κάτι επιπλέον
πάνω σ’ αυτές.
Θετικές εξελίξεις, όπως η πρόσφατη προσχώρηση του ΚΙΔΗΣΟ στην Δημοκρατική
Συμπαράταξη καθώς και η διεύρυνση της κοινοβουλευτικής ομάδας, γεγονότα που
αναμφίβολα συντελούν στην ενότητα και την ενίσχυση της δημοκρατικής και
προοδευτικής παράταξης. Θα πρέπει όμως να επισημάνουμε ότι η ενότητα, από τη
στιγμή που θα συντελεστεί ουσιαστικά και πιστεύω ότι θα γίνει αυτό, είναι μια
αναγκαία αλλά όχι και ικανή από μόνη της συνθήκη για να φτάσουμε εκεί που
θέλουμε. Έχουμε δουλειά μπροστά μας χωρίς ενδεχομένως να διαθέτουμε πλέον
επαρκή χρόνο. Σίγουρα θα ήταν καλύτερα αν η προσχώρηση είχε γίνει τον Αύγουστο
του 2015 με την εκκίνηση της Δημοκρατικής Συμπαράταξης, γιατί θα είχαμε
απορροφήσει τους φυσιολογικούς κραδασμούς που προκύπτουν από την
επαναπροσέγγιση συντρόφων, φίλων ή
αντιπάλων, που βρέθηκαν σε διαφορετικά κόμματα, θα είχαμε ολοκληρώσει τον μετασχηματισμό
της Δημοκρατικής Συμπαράταξης και σήμερα πιστεύω θα καταγράφαμε την αλλαγή των
πολιτικών συσχετισμών. Ακόμα και τώρα όμως προλαβαίνουμε, αν επικεντρωθούμε
στις πολιτικές και οργανωτικές προκλήσεις που έχουμε μπροστά μας, χωρίς να
αναλωθούμε σε μικροπολιτικές και παραπολιτικές διαδρομές.
Είναι επίσης θετικό ότι επανακάμπτει στο χώρο μας η αντίληψη του
αυτοδύναμου και διακριτού πόλου που διατηρεί τις κατάλληλες αποστάσεις, έναντι
τόσο της Ν.Δ όσο και του Σύριζα. Αποστάσεις που αφορούν τα κόμματα βεβαίως, όχι
τους Έλληνες που μπορεί να εκφράστηκαν εκλογικά ή να επηρεάζονται σήμερα από
αυτά. Δεν κρατάμε αποστάσεις από προοδευτικούς πολίτες και κοινωνικά στρώματα
που πιέστηκαν από τα μνημόνια και ξεγελάστηκαν από τον Ζύριζα. Δεν κρατάμε
αποστάσεις από κεντρώους, μεταρρυθμιστές πολίτες που στράφηκαν πραγματικά ή
δημοσκοπικά προς τη Ν.Δ, με τη λογική του μικρότερου κακού. Δεν κρατάμε
αποστάσεις από πατριώτες που παρασύρθηκαν από τον αριστερό ή δεξιό εθνολαϊκισμό
και την ψευδό-αντισυστημική ρητορική.
Απευθυνόμαστε σε όλους τους Έλληνες και Θέλουμε να εκφράσουμε, αλλά και να
καθορίσουμε τόσο ποιοτικά όσο και ποσοτικά τις πατριωτικές και προοδευτικές
αντιλήψεις στη χώρα μας, με σκοπό τη δημιουργία του εναλλακτικού, έναντι της
συντηρητικής και νεοφιλελεύθερης παράταξης, πόλου διακυβέρνησης.
Τέλος είναι θετικό ότι μπαίνουμε επιτέλους στην τελική ευθεία για να
δώσουμε ένα οριστικό οργανωτικό σχήμα στην όλη προσπάθεια. Αυτή τη στιγμή η
συζήτηση περιστρέφεται μεταξύ δυο λύσεων, εκείνης που μιλάει για διατήρηση της
αυτονομίας των συνιστωσών δυνάμεων εντός ενός ομοσπονδιακού τύπου φορέα και
εκείνης που προτάσσει την αυτοδιάλυση τους, εντός ή εκτός Δημοκρατικής
Συμπαράταξης και τη δημιουργία ενός νέου κόμματος.
Η πάγια άποψη μου είναι ότι υπάρχει και τρίτη λύση έχοντας ως επίκεντρο το
Πανελλήνιο Σοσιαλιστικό Κίνημα, όχι στη μορφή που είναι μέχρι τώρα ή που
συνηθίσαμε στο παρελθόν, αλλά με ένα νέο επί της ουσίας οργανωτικό και
λειτουργικό σχήμα σε κεντρικό, περιφερειακό και δημοτικό επίπεδο και
διαθέτοντας ένα καταστατικό το οποίο
σαφώς προβλέπει τη σύσταση και λειτουργία τάσεων ή συνιστωσών, οργανωμένων με
πολύ συγκεκριμένα και κοινώς αποδεκτά πρότυπα. Ταυτόχρονα η Δημοκρατική
Συμπαράταξη μπορεί πολύ καλύτερα να αναπτυχθεί ως ένα ανοικτό φόρουμ
συνεργασίας στο οποίο θα μπορούν να συμμετέχουν πέρα από τις τάσεις του
κόμματος, πολιτικά σχήματα και συνεργαζόμενα κόμματα που επιθυμούν στο μέλλον
να διατηρήσουν την αυτονομία τους.
Η τρίτη λύση λοιπόν, ΠΑΣΟΚ – Δημοκρατική Συμπαράταξη, πιστεύω είναι η πιο
ευθεία και αποτελεσματική προοπτική. Σε κάθε περίπτωση όμως και ανεξάρτητα από
το τι προτάσσει ο καθένας μας, έχει μεγάλη σημασία η διαδικασία που θα
ακολουθήσουμε μέχρι και το συνέδριο της Δημοκρατικής Συμπαράταξης που θα γίνει
εντός του 2017, γιατί θα πρέπει να κινητοποιήσει
τους ενεργούς πολίτες της δημοκρατικής και προοδευτικής κοινωνικής βάσης.
Πιστεύω ότι η σπονδυλική στήλη αυτής της προσπάθειας θα πρέπει να είναι οι
συνεδριακές διαδικασίες όλων των συνιστωσών δυνάμεων που απαρτίζουν τη Δ.Σ. Με
αυτόν τον τρόπο και από τις επιμέρους και κοινές προσυνεδριακές διαδικασίες θα
προκύψει ένα συνολικό σώμα εκπροσώπων της βάσης που θα συζητήσουν ελεύθερα όλα
τα ενδεχόμενα και θα υποστηρίξουν τη λήψη αποφάσεων και την εκλογή των
καθοδηγητικών οργάνων όπου χρειαστεί.
Συντρόφισσες και σύντροφοι,
Η πολιτική ανεπάρκεια τη σημερινής κυβέρνησης είναι πολύ πιθανόν να φέρει
σύντομα τη χώρα μας στο κατώφλι των εκλογών. Αυτό είναι σοβαρό ενδεχόμενο που
όμως δεν θα πρέπει να το αφήσουμε να σταματήσει τη δική μας πορεία. Δεν έχουμε
κανένα λόγο να μην διαμορφώσουμε σύντομα τον οδικό χάρτη και να ξεκινήσουμε τη
διαδρομή μέχρι το συνέδριο μας. Αντίθετα θα μας επιτρέψει να έρθουμε με ζωντανή
επαφή με τα μέλη και τους φίλους της παράταξης, κάτι που θα μας δώσει δύναμη
όποτε και αν γίνουν εκλογές. Δύναμη για να αλλάξουμε τους συσχετισμούς και να
επαναφέρουμε την Ελλάδα σε τροχιά πολιτικής, οικονομικής και κοινωνικής
ανάπτυξης.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου